Σύμφωνο συμβίωσης

4 Μαΐου, 2013

Με τον Ν. 3719/21-11-2008 εισήχθη στην ελληνική νομοθεσία ο θεσμός του συμφώνου συμβίωσης και αναγνωρίστηκε έτσι η ελεύθερη ένωση ετερόφυλων προσώπων ως νέα μορφή οικογενειακής ζωής. Το σύμφωνο συμβίωσης είναι η συμφωνία δύο ενήλικων ετερόφυλων προσώπων με την οποία οργανώνουν την συμβίωσή τους και η οποία καταρτίζεται αυτοπροσώπως με συμβολαιογραφικό έγγραφο (άρθρο 1 εδ. α’ Ν. 3719/2008).

Από πότε ισχύει το σύμφωνο συμβίωσης;

Η ισχύς του συμφώνου συμβίωσης αρχίζει από την κατάθεση αντιγράφου του συμβολαιογραφικού εγγράφου στον ληξίαρχο του τόπου κατοικίας των συμβαλλομένων, το οποίο και καταχωρείται σε ειδικό βιβλίο του Ληξιαρχείου (άρθρο 1 εδ. β’ Ν. 3719/2008).

Ποιες είναι οι προϋποθέσεις σύναψης συμφώνου συμβίωσης;

Οι προϋποθέσεις σύναψης του συμφώνου συμβίωσης διακρίνονται σε θετικές και αρνητικές (άρθρο 2 Ν. 3719/2008). Οι θετικές προϋποθέσεις είναι οι εξής: η διαφορά φύλου, η ενηλικότητα, η πλήρης δικαιοπρακτική ικανότητα, η νόμιμη σύσταση και η κατάθεση αντιγράφου στο Ληξιαρχείο. Οι αρνητικές προϋποθέσεις, οι οποίες αν συντρέχουν επιφέρουν την ακυρότητα του συμφώνου, είναι οι εξής: η ύπαρξη γάμου ή άλλου συμφώνου συμβίωσης, η ύπαρξη ορισμένου βαθμού συγγένειας (ειδικότερα δεν επιτρέπεται η σύναψη συμφώνου συμβίωσης μεταξύ α) συγγενών εξ αίματος σε ευθεία γραμμή απεριορίστως και εκ πλαγίου μέχρι και τον τέταρτο βαθμό, καθώς και μεταξύ συγγενών εξ αγχιστείας σε ευθεία γραμμή απεριορίστως και β) εκείνου που υιοθέτησε και αυτού που υιοθετήθηκε).

Πώς λύεται το σύμφωνο συμβίωσης;

Το σύμφωνο συμβίωσης λύεται α) με συμφωνία των συμβληθέντων, που γίνεται αυτοπροσώπως με συμβολαιογραφικό έγγραφο, β) με μονομερή συμβολαιογραφική δήλωση, αφότου αυτή κοινοποιηθεί με δικαστικό επιμελητή στον άλλον και γ) αυτοδικαίως, αν συναφθεί γάμος είτε μεταξύ των συμβληθέντων είτε μεταξύ ενός από αυτούς και τρίτου (άρθρο 4 παρ. 1 Ν. 3719/2008). Η λύση του συμφώνου συμβίωσης ισχύει από την κατάθεση του συμβολαιογραφικού εγγράφου ή της μονομερούς δήλωσης στον ληξίαρχο, όπου έχει καταχωρηθεί και η σύσταση αυτού (άρθρο 4 παρ. 2 Ν. 3719/2008).

Μπορεί κάποιος από τους συμβαλλόμενους να διατηρήσει το επώνυμό του ή να χρησιμοποιεί και το επώνυμο του άλλου; Ποιο επώνυμο θα έχουν τα τέκνα που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια της συμβίωσης

Το σύμφωνο συμβίωσης δεν μεταβάλλει το επώνυμο των συμβληθέντων. Ο καθένας μπορεί, εφόσον συγκατατίθεται ο άλλος, να χρησιμοποιεί στις κοινωνικές σχέσεις το επώνυμο του άλλου ή να το προσθέτει στο δικό του (άρθρο 5 Ν. 3719/2008). Το τέκνο που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του συμφώνου συμβίωσης ή εντός τριακοσίων ημερών από τη λύση ή την αναγνώριση της ακυρότητάς του, φέρει το επώνυμο που επέλεξαν οι γονείς του με κοινή και αμετάκλητη δήλωση τους, που περιέχεται στο σύμφωνο ή σε μεταγενέστερο συμβολαιογραφικό έγγραφο, πριν τη γέννηση του πρώτου τέκνου. Το επώνυμο που επιλέγεται είναι κοινό για όλα τα τέκνα και είναι υποχρεωτικά το επώνυμο του ενός από τους γονείς ή συνδυασμός των επωνύμων τους. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα από δύο επώνυμα. Αν η δήλωση παραλειφθεί, το τέκνο θα έχει σύνθετο επώνυμο, αποτελούμενο από το επώνυμο και των δύο γονέων του. Αν το επώνυμο του ενός ή και των δύο γονέων είναι σύνθετο, το επώνυμο του τέκνου θα σχηματισθεί με το πρώτο από τα δύο επώνυμα (άρθρο 9 Ν. 3719/2008).

Καθιερώνεται τεκμήριο πατρότητας για τα τέκνα που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια του συμφώνου συμβίωσης;

Το τέκνο που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του συμφώνου συμβίωσης ή εντός τριακοσίων ημερών από τη λύση ή την αναγνώριση της ακυρότητάς του, τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα τον άνδρα με τον οποίο η μητέρα κατάρτισε το σύμφωνο. Το τεκμήριο ανατρέπεται με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Τα άρθρα 1466 επ. ΑΚ, καθώς και τα άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ, εφαρμόζονται αναλόγως. Η ακυρότητα ή η ακύρωση του συμφώνου δεν επηρεάζει την πατρότητα των τέκνων (άρθρο 8 Ν. 3719/2008).

Ποιος έχει το δικαίωμα άσκησης της γονικής μέριμνας των τέκνων που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια της συμβίωσης;

Η γονική μέριμνα τέκνου που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια συμφώνου συμβίωσης ή μέσα σε τριακόσιες ημέρες από τη λύση ή την αναγνώριση της ακυρότητάς του, ανήκει στους δύο γονείς και ασκείται από κοινού. Οι διατάξεις του ΑΚ για τη γονική μέριμνα των τέκνων που κατάγονται από γάμο εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή. Αν το σύμφωνο συμβίωσης λυθεί, για την άσκηση της γονικής μέριμνας εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 1513 του ΑΚ (άρθρο 10 Ν. 3719/2008).

Με ποιον τρόπο ρυθμίζονται οι περιουσιακές σχέσεις των συμβαλλομένων;

Με το σύμφωνο συμβίωσης ή και με μεταγενέστερο συμβολαιογραφικό έγγραφο μπορεί να ρυθμίζονται οι περιουσιακές σχέσεις των συμβληθέντων και ιδίως η τύχη των περιουσιακών στοιχείων που θα αποκτηθούν κατά τη διάρκεια του συμφώνου (αποκτήματα). Αν δεν υπάρχει συμφωνία για τα αποκτήματα, το κάθε μέρος έχει, μετά τη λύση του συμφώνου, αξίωση κατά του άλλου για ό, τι αυτό απέκτησε και με τη δική του συμβολή. Η αξίωση αυτή δεν γεννάται στο πρόσωπο των κληρονόμων του δικαιούχου, δεν εκχωρείται ούτε κληρονομείται από αυτούς, στρέφεται όμως κατά των κληρονόμων του υπόχρεου. Η αξίωση παραγράφεται δύο έτη μετά τη λύση του συμφώνου (άρθρο 6 Ν. 3719/2008).

Μετά την λύση του συμφώνου προβλέπεται δικαίωμα διατροφής;

Στο σύμφωνο συμβίωσης ή και σε μεταγενέστερο συμβολαιογραφικό έγγραφο μπορεί να περιέχεται συμφωνία με την οποία αναλαμβάνεται, είτε από το ένα ή το άλλο μέρος είτε και αμοιβαίως, υποχρέωση διατροφής μόνο για την περίπτωση κατά την οποία, μετά τη λύση του συμφώνου, το ένα από τα μέρη δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη διατροφή του από τα εισοδήματά του ή από την περιουσία του. Δεν έχει υποχρέωση διατροφής εκείνος που, εν όψει και των λοιπών υποχρεώσεων του, δεν είναι σε θέση να τη δώσει χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή. Η υποχρέωση αυτή δεν βαρύνει τους κληρονόμους του υπόχρεου (άρθρο 7 παρ. 1 Ν. 3719/2008).

Ο δικαιούχος διατροφής από το σύμφωνο συμβίωσης συμπορεύεται, ως προς το δικαίωμα διατροφής, με τον διαζευγμένο σύζυγο του υπόχρεου (άρθρο 7 παρ. 2 Ν. 3719/2008).

Ο υπόχρεος διατροφής, μετά τη λύση του συμφώνου συμβίωσης, δεν μπορεί να επικαλεσθεί την υποχρέωση του αυτή, προκειμένου να απαλλαγεί, εν όλω ή εν μέρει, από την υποχρέωση συνεισφοράς ή διατροφής συζύγου ή ανήλικων τέκνων του (άρθρο 7 παρ. 3 Ν. 3719/2008).

Με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3, η συμβατική υποχρέωση της παραγράφου 1 προηγείται της εκ του νόμου υποχρέωσης διατροφής άλλων προσώπων απέναντι στον δικαιούχο, που βρίσκεται σε αδυναμία, μετά τη λύση του συμφώνου, να διατρέφει τον εαυτό του με τις δικές του δυνάμεις (άρθρο 7 παρ. 4 Ν. 3719/2008).

Μετά τον θάνατο ενός εκ των συμβαλλομένων απονέμονται κληρονομικά δικαιώματα?

Με τη λύση του συμφώνου συμβίωσης λόγω θανάτου, αυτός που επιζεί έχει κληρονομικό δικαίωμα εξ αδιαθέτου, το οποίο ανέρχεται στο 1/6 της κληρονομιάς αν συντρέχει με κληρονόμους της πρώτης τάξης (κατιόντες), στο 1/3 αν συντρέχει με κληρονόμους άλλων τάξεων (γονείς, αδελφοί κλπ.) και σε ολόκληρη την κληρονομιά, αν δεν υπάρχει συγγενής του κληρονομουμένου, που να καλείται ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος. Αυτός που επιζεί έχει δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομιά, το οποίο ανέρχεται στο ήμισυ της εξ αδιαθέτου μερίδας, που του αναλογεί. Κατά το ποσοστό αυτό μετέχει ως κληρονόμος. Τα άρθρα 1826 επ. (νόμιμη μοίρα), 1839 επ. (αποκλήρωση) και 1860 (κληρονομική αναξιότητα) του ΑΚ εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή (άρθρο 11 Ν. 3719/2008).

Για περισσότερες πληροφορίες

Επικοινωνήστε με τη γραμματεία της Διεύθυνσης Νομικών Υπηρεσιών στο τηλ.: 213 017 5600, ή στείλτε mail στο info@sioufaslaw.gr και θα επικοινωνήσουμε άμεσα μαζί σας.

Σιούφας & Συνεργάτες | Γιώργος Σιούφας | Μαρίος Σιούφας

Μοιραστείτε το:

Το Newsletter μας

Τελευταίες Νομικές Ενημερώσεις

Θέλετε να συζητήσουμε περισσότερο για το άρθρο μας;
Συμπληρώστε τα στοιχεία επικοινωνίας σας
και εξειδικευμένος συνεργάτης μας
θα επικοινωνήσει μαζί σας σήμερα
μεταξύ 15:00 - 17:00.