Διαγραφή επισφαλών απαιτήσεων για φορολογικούς σκοπούς

Είναι σημαντικό για τις επιχειρήσεις να γνωρίζουν ότι έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν σε οριστική απόσβεση (διαγραφή) των οφειλών που υφίστανται σε βάρος πελατών ή προμηθευτών τους, οι οποίες παραμένουν ανείσπρακτες για μεγάλο χρονικό διάστημα, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013 –εφεξής «Κ.Φ.Ε.»).
Γενικά
Συγκεκριμένα, στο άρθρο 26 § 4 περ. α΄ Κ.Φ.Ε., όπως αυτό ισχύει σήμερα, μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 15 ν. 4646/2019, προβλέπεται ότι απαίτηση δύναται να διαγραφεί για φορολογικούς σκοπούς μόνον εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
(i) έχει προηγουμένως εγγραφεί ποσό που αντιστοιχεί στην οφειλή ως έσοδο,
(ii) έχει προηγουμένως διαγραφεί από τα βιβλία του φορολογούμενου, και
(iii) έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη της απαίτησης.
Διαγραφή απαιτήσεων έως 300 ευρώ
Επιπλέον, δίνεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να προβαίνουν σε άμεση διαγραφή απαιτήσεων κατά οφειλετών τους μικρής αξίας, χωρίς να απαιτείται να έχει σχηματιστεί προηγουμένως πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων και συνεπώς ανεξάρτητα αν έχουν αναληφθεί ή μη οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξής τους. Ειδικότερα, κατά την περ. β΄ του ίδιου άρθρου, απαιτήσεις, το συνολικό ύψος των οποίων, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ, δεν υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά αντισυμβαλλόμενο, δύνανται να διαγραφούν στο φορολογικό έτος εντός του οποίου συμπληρώνονται δώδεκα (12) μήνες από τον χρόνο κατά τον οποίο κατέστησαν ληξιπρόθεσμες, χωρίς να έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης, εφόσον:
(i) έχει προηγουμένως εγγραφεί ποσό που αντιστοιχεί στις οφειλές αυτές ως έσοδο,
(ii) έχουν προηγουμένως διαγραφεί από τα βιβλία του φορολογούμενου, και
(iii) οι οφειλέτες έχουν λάβει αποδεδειγμένα γνώση της διαγραφής της οφειλής τους, όπου αυτό είναι δυνατόν. [1]
Το συνολικό ύψος των απαιτήσεων που διαγράφονται σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν δύναται να υπερβαίνει, ανά φορολογικό έτος, ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) επί του συνόλου των απαιτήσεων στο τέλος της χρήσης.
Σημειώνεται ότι τα προαναφερθέντα τυγχάνουν εφαρμογής για διαγραφές που πραγματοποιούνται από το φορολογικό έτος 2020 και επόμενα, ανεξάρτητα από το εάν το δωδεκάμηνο διάστημα συμπληρώνεται εντός του φορολογικού έτους που πραγματοποιείται η διαγραφή ή έχει συμπληρωθεί σε προγενέστερο φορολογικό έτος.
Κατά την αιτιολογική έκθεση του ν. 4646/2019, η φορολογική διαγραφή απαιτήσεων μικρού ύψους, κρίθηκε αναγκαία διότι η προϋπόθεση της ανάληψης κατάλληλων ενεργειών (π.χ. σφράγιση μίας επιταγής από την εκδότρια τράπεζα, κατάθεση όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών για την έκδοση διαταγής πληρωμής, κ.λπ.) για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης καθιστά πρακτικά αδύνατο τον σχηματισμό πρόβλεψης για την απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων μικρής αξίας λόγω του κόστους που αυτή συνεπάγεται. Διευκρινίζεται ότι τα ανωτέρω εφαρμόζονται τόσο στις επιχειρήσεις που τηρούν διπλογραφικά βιβλία όσο και σε εκείνες που τηρούν απλογραφικά βιβλία.
Διαγραφή απαιτήσεων κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας ή δικαστικού συμβιβασμού
Απαιτήσεις που διαγράφονται στο πλαίσιο αμοιβαίας συμφωνίας ή δικαστικού συμβιβασμού, καθώς και συμφωνιών εξωδικαστικού συμβιβασμού και εξυγίανσης του ν. 4738/2020, ανεξαρτήτως του αν έχει σχηματισθεί σχετική πρόβλεψη, δύνανται να διαγραφούν για φορολογικούς σκοπούς, χωρίς να απαιτείται να έχουν αναληφθεί όλες οι κατά νόμο ενέργειες για την είσπραξη τους. Στην περίπτωση και κατά το μέρος που δεν έχει σχηματισθεί πρόβλεψη, το σχετικό ποσό της διαγραφής της απαίτησης εκπίπτει με βάση τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 4172/2013. Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής εφαρμόζονται από τη δημοσίευση του ν. 4646/2019, ήτοι για διαγραφές απαιτήσεων που πραγματοποιούνται από τις 12/12/2019 και έπειτα.
Χριστίνα Ζήση
Δικηγόρος
Δ.Μ.Σ. Γενικού Αστικού Δικαίου E.Κ.Π.Α.
[1] Το βάρος της απόδειξης για την ενημέρωση του οφειλέτη περί της διαγραφής το φέρει ο φορολογούμενος, ο οποίος οφείλει να διατηρεί τα σχετικά στοιχεία. Για την απόδειξη του γεγονότος ότι ο οφειλέτης ενημερώθηκε, ο φορολογούμενος μπορεί να επικαλεστεί κάθε πρόσφορο μέσο, όπως ενδεικτικά: i) το αποδεικτικό αποστολής συστημένης επιστολής στην τελευταία διαθέσιμη διεύθυνση του οφειλέτη, ii) το αποδεικτικό επίδοσης εξώδικης επιστολής, iii) το αποδεικτικό επιτυχημένης αποστολής και ανάγνωσης μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κ.λπ. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος επιχείρησε να γνωστοποιήσει στον οφειλέτη τη διαγραφή, όμως δεν είναι δυνατή η απόδειξη ότι ο οφειλέτης πράγματι έλαβε γνώση της διαγραφής, όπως π.χ. όταν η επιχείρηση δεν έχει στη διάθεσή της επικαιροποιημένα στοιχεία του υπόψη πελάτη, το ποσό της διαγραφείσας απαίτησης αναγνωρίζεται για φορολογικούς σκοπούς.